Δευτέρα 24 Ιουλίου 2017

Σαν σήμερα «φεύγει» ο Μεγαλοϊδεάτης, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης


Αν εξεράθη το κλαρίπάντα χλωρή εἶν᾿  ρίζα
καὶ μένει πάντα ζωντανὸ  ρόδι φάγ᾿  βρίζα
αὐτὸ τὸ βόιδι τὸ μανόπ᾿ ὅσο βαθειὰ ρουχνίζει
τόσο εὔκολα μυγιάζεται κι ἀνεμοστροβιλίζει
καὶ ποὺ τὸ κράζουνε ΛαόΘὰ σπάσῃ τὸ καρίκι
καὶ θὰ προβάλῃ μὲ φτερὰ μία μέρα τὸ σκουλήκι.
Τότε, πουλὶ τὸ σερπετό, ποιὸς ξέρει ποὺ θὰ φτάσῃ…
Ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης (1824-1879) ήταν εθνικός ποιητής, που με τους στίχους του ζωντάνευε το ηρωικό κλεφταρματωλικό και επαναστατικό παρελθόν των Ελλήνων, για να κρατήσει μέσα τους άσβεστη τη δίψα για ελευθερία, για αγώνες.
Η τεράστια πνευματική μορφή του «Ποιητή της Κλεφτουριάς», τέκνου της Λευκάδιας Γης δεν φυλακίζεται σε λίγες σελίδες. Αν και γόνος εύπορης οικογένειας με σπουδές στην Ελβετία, Πίζα και Παρίσι δεν υιοθέτησε τον «απολιτικό» τρόπο ζωής της κοινωνικής του τάξης, αλλά από νωρίς αφιερώθηκε στον Ελληνικό Λαό και σε όλα τα Εθνικά κινήματα της εποχής του (Επτανήσων, Ηπείρου, Κρήτης).

Έχοντας αποξαρχής κοινά σημεία γραφής και ιδανικών με τον Διονύσιο Σολωμό και τον Ανδρέα Κάλβο προχωρά ακόμα πιο βαθιά στον πυρήνα της πατριωτικής ποίησης δίνοντάς της χαρακτήρα εθνικά εξεγερτικό και συνάμα παγκόσμια εγερτήριο. Το 1821 και το Δημοτικό τραγούδι αποτελούν τη μούσα του, καθώς επίσης και ο ενδελεχής αγώνας για την Ελευθερία που έχει χρέος να την κατακτήσει κανείς, μαχόμενος μέχρις εσχάτων κατά των ξένων κατακτητών και του επάρατου Ιμπεριαλισμού που αυτοί εκπροσωπούν.
Οι στίχοι του, έμπλεοι βαθύτατου ανθρωπισμού και επικού κάλλους, είναι στίχοι αβροί και ηρωικοί που κοσμούν ανεξίτηλα τον καμβά της πνευματικής μεγαλειότητάς του. Ήταν και είναι ο Ένας, ο απαράμιλλος ζωγράφος της φύσης, που πάντα πλαισιώνει το έργο του, αυτός που αποφεύγει συστηματικά τα καθαρευουσιάνικα γλωσσικά πλουμίδια της Αθηναϊκής Ρομαντικής Σχολής. Ακραιφνής δημιουργός της Δημοτικής Γλώσσας γράφει ένα ποίημα για τον Πατριάρχη Κων/πόλεως Γρηγόριο τον Ε΄(1872) που θεωρείται ορόσημο και θεμέλιο της Δημοτικής μας ποιητικής Γραμματείας. Όταν μάλιστα το απήγγειλε (25-3-1872) αγέρωχα ενώπιον ενός λόγιου αλλά πεισιθάνατου Αθηναϊκού κοινού, οι λεβέντικοι στίχοι του έτυχαν θριαμβευτικής υποδοχής από το άκαμπτο, καθαρευουσιάνικο ακροατήριο, που λάτρεψε όμως τα Ελληνικά Εκείνου, ενός Άρχοντα του Ηρωικού Λόγου. Ως «Μέγας Ψάλτης» του Αρματολισμού και του 1821, ορκισμένος πολέμιος της Τουρκοκρατίας, της Φραγκοκρατίας αλλά και της όποιας ξένης επιβουλής κατά της Ελλάδας, εξιδανίκευσε και ηρωποίησε πολλούς επιφανείς αλλά και αφανείς αγωνιστές του ’21.
Σε άρθρο του στην «Εστία» το 1877 διερωτάται, αν θα τριτώσουν και αν θα συνεχισθούν οι διαμαρτυρίες κατά των ξένων «αφεντικών» ορμώμενος από το γεγονός δύο προηγούμενων διαδηλώσεων που είχαν ήδη πραγματοποιηθεί. Στρατευμένος στην πατριωτική ποίηση κατέχει επάξια το ύψιστο βάθρο του «Μέγα Βάρδου» των περιπετειών και των αγώνων του Όλου Ελληνισμού.Δημιουργώντας έργα με παλμό και υπερηφάνεια πατριωτική, γιγαντώνει το ηθικό των καταπιεσμένων Ελλήνων, έτσι ώστε σε κάποια κατάλληλη στιγμή να «δυνηθούν να εξεγερθούν κατά παντός ξένου δυνάστη».
Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει έναν πολυμέτωπο πόλεμο εις βάρος της. Έναν πόλεμο οικονομικό, κατά τον οποίον έχουμε χάσει πολλές μάχες. Έναν πόλεμο ιδεολογικό, τον οποίο αρκετοί από τους Έλληνες δεν έχουν συνειδητοποιήσει καὶ γι’ αυτό κάποιοι από αυτούς, έχοντας πεισθεί πως πρόκειται για ζητήματα ασήμαντα, είναι διατεθειμένοι να παραχωρήσουν πολλές νίκες στον εχθρό, έναν εχθρό ο οποίος παραμένοντας αόρατος απαιτεί να αποβάλλει η Ελλάδα όλα ανεξαιρέτως τα ψυχολογικά της στηρίγματα: γλώσσα, ιστορία, θρησκεία, ήθη, έθιμα, πατροπαράδοτο τρόπο ζωής.
Εάν οι δυο αυτοί πόλεμοι, οικονομικός και ιδεολογικός, επιτύχουν ικανοποιητικώς τους αντικειμενικούς τους σκοπούς, τότε δεν αποκλείεται να υπάρξει και ένοπλος πόλεμος, ο οποίος θα έχει ως αντικειμενικό σκοπό την πλήρη κατάλυση του Ελληνικού κράτους καὶ την υποδούλωση των Ελλήνων.
Ο Βαλαωρίτης ποτέ δεν εκφράστηκε στα ποιήματά του με το «εγώ», αλλά πάντοτε με το «εμείς». Αρνήθηκε τη θέση του προέδρου της Εθνοσυνελεύσεως, αλλά και τη θέση του υπουργού των εξωτερικών. Έγραψε στη σύζυγό του: «η ψυχή μου δεν είναι προς πώλησιν. Εις μίαν καὶ μόνην δόξαν ατενίζω: να ζήσω και να αποθάνω άνευ κηλίδος και άμεμπτος.»
Ο άμεμπτος αυτός Έλληνας λοιπόν, έλεγε στις 22-6-1864, μόλις τριανταπέντε χρόνια μετά τη λήξη της ελληνικής επαναστάσεως, κατά την αγόρευσή του στη Β΄ Συνέλευση των Ελλήνων:
«Τὸ δὲ ἑλληνικὸν ἔθνος, κύριοι, ἔχει ἀνάγκην ἀνέσεως. Τὸ ὄνομα ἡμῶν κατήντησεν ἀντικείμενον ἐμπαιγμοῦ καὶ περιφρονήσεως. Ἀπεκαλύψαμεν τὰς πληγάς μας καὶ τώρα πρέπει νὰ φροντίσωμεν ὅσον ο ἷόν τε τάχιον νὰ τὰς θεραπεύσωμεν. Ἡ δημοσία πίστις ἐξέλιπεν. Ἡ Ἑλλὰς θεωρεῖται χρεωκόπος. Τὸ εὐμετάβλητον τῆς κυβερνήσεως τηρεῖ τὸ κράτος εἰς διηνεκῆ δονισμόν. Αἱ βάσεις τοῦ οἰκοδομήματος σαλεύονται.
Τοιαύτης καταστάσεως πραγμάτων τὴν διατήρησιν οὐ μόνον δὲν τὴν ἐπιθυμοῦμεν, ἀλλὰ παντὶ σθένει θέλομεν ἐργασθῆ πρὸς ἐπανέλευσιν τῆς τάξεως, πρὸς ἐνίσχυσιν τοῦ νόμου, πρὸς παγίωσιν τῆς πολιτείας.
Τὸ κατ’ ἐμὲ φρονῶ ὅτι, ἂν ἕκαστος ἡμῶν δὲν θυσιάσῃ ὑπὲρ τοῦ κοινοῦ συμφέροντος τὰς ἰδιαιτέρας του ἀπαιτήσεις, ἂν δὲν ἐννοήσωμεν καλῶς ὅτι ἡ ὕπαρξις τοῦ ἔθνους κρέμαται οὐχὶ ἐκ τῆς ἀνεγέρσεως ἡ ἐκ τῆς πτώσεως τῆς δεῖνα ἢ δεῖνα μερίδος, ἂλλ ἐκ τῆς κανονικῆς διατάξεως καὶ τῆς ἁρμονικῆς ὀργανώσεως τῶν ἠθικῶν δυνάμεων τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας, ἂν δὲν πεισθῶμεν ὅτι ἀνεξαρτήτως τῶν συμπαθειῶν καὶ τῶν ἀντιπαθειῶν μας ὑπάρχει ἀνώτερόν τι ἠθικὸν ὄν, τὸ Ἑλληνικὸν ἔθνος, πρὸς τὸ ὁποῖον ὀφείλομεν ἅπαντες νὰ ἀτενίζωμεν, ἂν δὲν ἀσχοληθῶμεν ἄνευ προκαταλήψεων, οὐχὶ ἀποβλέποντες εἰς ἀφηρημένας ἐπιστημονικὰς θεωρίας, ἀλλ’ εἰς τὰς πραγματικὰς ἀνάγκας τῆς Ἑλλάδος, εἰς τὴν ὅσον ἔνεστι ταχύτερον κατάρτισιν τοῦ πολιτεύματος, κατ’ ἐμέ, κύριοι, καὶ λέγω τοῦτο πρὸς ἀπαλλαγὴν πάσης εὐθύνης ἐκ μέρους ἡμῶν, ὁ ὄλεθρος εἶναι ἀναπόφευκτος».
Σήμερα, επιβάλλεται να σκεφθούμε και να ενεργήσουμε με υπευθυνότητα, θάρρος και σύστημα ώστε το ελληνικό όνομα να μην είναι διεθνώς «αντικείμενον εμπαιγμού και περιφρονήσεως». Τα κόμματα πρέπει κάποτε να συμφωνήσουν ότι το παν δεν είναι η απόκτηση της εξουσίας, αλλά το κοινό συμφέρον. Και όταν λέμε «συμφέρον», εννοούμε προάσπιση της ελευθερίας μας, της ακεραιότητας της πατρίδας μας, διαφύλαξη της ταυτότητάς μας. Αν τα επιτύχουμε αυτά, θα αποφύγουμε τον όλεθρο, ο οποίος διαρκώς απειλεί τους αμελείς και τους επιπόλαιους. Και φυσικά οι θυσίες για τις οποίες ομιλεί ο Βαλαωρίτης δεν θα πρέπει να απαιτούνται μόνον από τους φτωχούς, αλλά από όλους ανεξαιρέτως αναλόγως με τις δυνάμεις τις οποίες ὁ καθένας διαθέτει.
Υπάρχουν πολιτικοί σαν τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη στην Ελλάδα σήμερα; Μονάχα οι Έλληνες Εθνικιστές της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, οι οποίοι λειτουργούν με γνώμονα το συμφέρον του ελληνικού λαού. Άνθρωποι ικανοί, εργατικοί, τίμιοι, αφιλοκερδείς, οι οποίοι θα εφαρμόσουν μια εξωτερική πολιτική η οποία δεν θα είναι δουλική, και θα θέτει εθνικούς στόχους, πρώτα καὶ πάνω απ’ όλα για το συμφέρον της Ελλάδος, το οποίο τα φατριαστικά συμφέροντα και οι εμφύλιες διαμάχες υποσκάπτουν ανεπανόρθωτα.
Όλα δείχνουν ότι έρχονται χαλεποί καιροί. Πριν από λίγα χρόνια γιορτάσαμε τα δυόμισι χιλιάδες έτη από τη Μάχη του Μαραθώνα. Θα ξανακούσει η γενιά μας, ή κάποια από τις επόμενες γενιές, ένα ακόμη «νενικήκαμεν» ή θα ξανακούσει ένα ακόμη «η πόλις εάλω»;
Πέρασαν 194 χρόνια από τη Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση. Θα ευτυχήσουμε ως έθνος να γιορτάσουμε και τα διακόσια ή δεν θα έχουν πλέον κανένα νόημα τέτοιοι εορτασμοί, αφού ελευθερία δεν θα υπάρχει; Γιατί, κακά τα ψέματα, όποιος απαιτεί από εμάς «συνεκμετάλλευση» και «συνδιοίκηση» των εδαφών και του βυθού των θαλασσών μας, κινείται με τη λογική «τα δικά σου δικά μου καὶ τα δικά μου δικά μου». Μας ενώνει η αρχή «μάχου υπέρ πίστεως καὶ πατρίδος» της ελληνικής επαναστάσεως του 1821 ή μήπως ντρεπόμαστε ακόμη και να λέμε τις λέξεις «πίστη» καὶ «πατρίδα», επειδή μερικοί εθελοντές γενίτσαροι σπεύδουν να μας χλευάσουν με όσες δυνάμεις καὶ μέσα διαθέτουν;
Η εποχή του Βαλαωρίτη γνώρισε και κάποιες νίκες. Ο μεγάλος ποιητής και πολιτικός είδε τα αγαπημένα του Επτάνησα ελεύθερα και ενωμένα με την Ελλάδα. Σήμερα δεν έχουμε να καυχηθούμε για καμμία πρόσφατη νίκη. Οι πρόγονοί μας που δεν δείλιασαν, δεν έσκυψαν το κεφάλι και μας χάρισαν την ελευθερία, αυτή που για άλλη μία φορά απειλείται, θα μας διδάξουν ακόμη μία φορά, ώστε να μη μοιάσουμε με τέκνα που ποτέ δεν εργάστηκαν και έχασαν τα πάντα.
ΚΟΡΙΝΑ ΠΕΝΕΣΗ