Τετάρτη 19 Ιουλίου 2017

Η «Ηριάννα» και οι σκληρές αλήθειες που κρύβονται γι’ αυτήν



Η «Ηριάννα» και οι σκληρές αλήθειες που κρύβονται γι’ αυτήν
Η περίπτωση της «Ηριάννας» αποτελεί πηγή διδαγμάτων για το πόσο απύθμενο τελικά είναι το θράσος της πάσης φύσεως αριστεράς. Ας ξεκινήσουμε, όμως, από κάτι το οποίο ολοένα και περισσότερος κόσμος το αντιλαμβάνεται μετά τα… «φορτηγά» ενημέρωσης (;) γύρω από την υπόθεση της καταδικασμένης για συμμετοχή σε επικίνδυνη τρομοκρατική οργάνωση. Κάποτε (συγκεκριμένα αρχές δεκαετίας του ’90), μια από τις τηλεοπτικές διαφημίσεις που έκαναν πάταγο ήταν εκείνη όπου ο ηθοποιός Παύλος Κοντογιαννίδης έλεγε με απορημένο ύφος «Μα καλά, είμαστε σοβαροί; Σοκολάτα με ονοματεπώνυμο;», αναφερόμενος στο προϊόν, το οποίο διαφήμιζε. Θυμήθηκα αυτή την διαφήμιση, γιατί στην περίπτωση της καταδικασμένης τρομοκράτισσας έχουμε κάτι το (σχετικά) παρεμφερές.

Παντού, σ’ όλα τα ΜΜΕ, αρχικά είχαμε τις αναφορές για την «Ηριάννα Β.Λ.», για να κοπούν στην συνέχεια τα αρχικά του διπλού επιθέτου της  και να έχουμε αναφορά μόνο στην «Ηριάννα». Μετά, δηλαδή, την «Σοκολάτα με ονοματεπώνυμο», τώρα έχουμε την «γυναίκα - τρομοκράτη δίχως επώνυμο»
Όλες οι αναφορές του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου, οι τηλεοπτικοί δέκτες και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί έχουν ως θέμα τους την «Ηριάννα». Λες και μιλάμε για μια διάσημη τραγουδίστρια ή «το κορίτσι της διπλανής πόρτας», που (πρέπει να) το γνωρίζουν όλοι. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι συγκεκριμένο όσο και σαφές: γιατί δεν γίνεται αναφορά στο επώνυμό της; Είναι επιθυμία  της ίδιας για να μην… στιγματιστεί; Τόσοι και τόσοι επώνυμοι (με την κυριολεκτική έννοια του χαρακτηρισμού) συμπατριώτες μας έχουν καταδικαστεί, ακόμη και για πολύ ελαφρύτερης μορφής παραπτώματα, και το όνομά τους έχει διαπομπευθεί, αλλά στην περίπτωση της «Ηριάννας» το επώνυμό της παραμένει άγνωστο. Τι είδους «ισονομία» είναι αυτή; Γιατί αποκρύπτεται το επώνυμό της; Δεν πρέπει να το γνωρίζει κανείς για να μην «σπιλωθεί» στο μέλλον η… καριέρα της;
Ενδιαφέρον, όμως, έχει και το πώς αντιμετώπισε την έκδοση της απόφασης η Άντα Ψαρρά στην φυλλάδα που υπερασπίζεται κάθε τρομοκράτη, η οποία ξεκινά το άρθρο της ως εξής: «Το μεγάλο κύμα συμπαράστασης στην άδικη πρωτόδικη απόφαση να μη δοθεί ούτε καν το δικαίωμα της αναστολής στην Ηριάννα και στον συγκατηγορούμενό της Περικλή δεν κατάφερε να κάμψει το Πενταμελές Εφετείο Αναστολών». Ώστε έτσι λοιπόν… Μια υπόθεση δεν πρέπει να κρίνεται με βάση τα πραγματικά γεγονότα, αλλά σύμφωνα με το «μεγάλο κύμα συμπαράστασης» που αυτή (πιθανόν) να έχει! Δηλαδή, σύμφωνα με την περιρρέουσα (και εννοείται διαμορφωμένη) ατμόσφαιρα, η οποία θα δρα ως πίεση στην έκδοση της απόφασης.
Τι να τα κάνουμε τα στοιχεία, όταν κάτι παρακμιακοί «καλλιτέχνες» σαν τον… Μάνου Τσάο υπογράφουν υπέρ της «Ηριάννας»; Είναι η ίδια περιρρέουσα ατμόσφαιρα που έστειλε στα δικαστήρια, χωρίς καμία απόδειξη, ένα ολόκληρο Έντιμο και Νόμιμο Πολιτικό Κίνημα, για να εξυπηρετηθούν συγκεκριμένα κέντρα αποφάσεων, τόσο ξένης όσο και εγχώριας κατεύθυνσης. Και εκεί διαπομπεύθηκαν αθώοι άνθρωποι, συνέβησαν «τερατογενέσεις» στις αναφορές των ΜΜΕ, ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα βγήκαν στην επιφάνεια, αλλά κανείς «ευαίσθητος» και «δικαιωματάκιας» δεν επενέβη για τα αίσχη που ντρόπιασαν την ηθική και τον νομικό πολιτισμό της Χώρας. Τότε η Ψαρρά και οι όμοιοί της ούρλιαζαν με μίσος και λύσσα για «την εγκληματική οργάνωση» της ΧΡΥΣΗΣ ΑΥΓΗΣ, με το τεκμήριο της αθωότητας να «έχει πάει περίπατο». Ένα τεκμήριο αθωότητας, όμως, το οποίο συνεχίζουν να αναγνωρίζουν στην ήδη καταδικασμένη για συμμετοχή σε τρομοκρατική οργάνωση!
Η ίδια η «Ηριάννα» στην απολογία της, και προσπαθώντας να εξηγήσει για ποιους λόγους πρέπει να αφεθεί ελεύθερη, είπε -μεταξύ άλλων- τα εξής: «Η μισή μου ζωή είναι η ακαδημαϊκή μου καριέρα και η άλλη μισή η εργασία μου. Διδάσκω και στο διδασκαλείο και στους πρόσφυγες. Εργάζομαι για το e-learning, ενώ είμαι εκπαιδεύτρια σε ξένους φοιτητές για εξ αποστάσεως εκμάθηση ελληνικών. Ήμουν έτοιμη να συνεχίσω να κατακτώ πράγματα, ώσπου όλα κόπηκαν. Λίγο πριν από την καταδίκη μου ήμουν έτοιμη να καταθέσω ένα πρόγραμμα για παιδιά. Ένα όνειρο που είχα από 19 χρόνων. Την 1η Ιουνίου, μου στερήθηκε η ακαδημαϊκή μου διαδρομή, η εργασία μου, οι φίλοι μου, η οικογένεια. Η απουσία μου από αυτήν την τάξη είναι σαν να μου στερούν 6 χρόνια μεταπτυχιακά. Είχα βεβαιότητα για την αθώωση μου, ήξερα ποια είναι η αλήθεια, και ξαφνικά όλα χάθηκαν. Αισθάνθηκα -και δεν ξέρω αν πρέπει να το πω αυτό- προσβεβλημένη».
Ξεκινώντας από το τέλος, προσβεβλημένοι είναι όλοι, όσοι βλέπουν ένα θέατρο παραλόγου για μια καταδικασμένη με επίσημη απόφαση, της οποίας το επώνυμο είναι ακόμη άγνωστο στο ευρύ κοινό για ανεξήγητους λόγους. Το πού εργαζόταν, πού δίδασκε, ποιους εκπαίδευε και τι πιστεύει για τους «πρόσφυγες» είναι παντελώς αδιάφορο και ασφαλώς λιγότερο σημαντικό από έναν π.χ. παντρεμένο με δύο παιδιά, ο οποίος ζητά να αποφυλακιστεί για να μπορέσει να εργαστεί και να θρέψει την οικογένειά του.
Παρά το ότι δεν αποκαλύπτει το επώνυμό της είναι προφανές ότι, οικονομικά τουλάχιστον, ανήκει στην αριστερά εκείνη που διακρίνεται για το εύρος όχι της καρδιάς της, αλλά του πορτοφολιού της οικογένειάς της. Γι’ αυτό, για να το πάω και λίγο «ταξικά» το θέμα, είναι ντροπή και ξευτίλα για τον υπουργό Δικαιοσύνης να παρεμβαίνει με τόσο αισχρό και ξετσίπωτο τρόπο για να σχολιάσει αρνητικά απόφαση της Δικαιοσύνης και να δώσει το μήνυμα για το τι «πρέπει» να γίνει, όταν εξεταστεί ξανά η υπόθεση αυτή μετά από δύο μήνες. Ο Κοντονής δεν έκανε δηλώσεις για τους πλειστηριασμούς σπιτιών που έγιναν σε οικογενειάρχες. Δεν είπε τίποτα για τους ανέργους που τρέμουν για τις χρεωστικές κλήσεις που έρχονται σ’ αυτούς σωρηδόν. Δεν εξέφερε γνώμη για τις παραβιάσεις των εργασιακών σχέσεων σε βάρος μισθωτών από κάποιους αδίστακτους εργοδότες τους, που τους παρακρατούν χρήματα για τα οποία έχουν εργαστεί και τους εκβιάζουν με τον χειρότερο τρόπο για το πότε θα τα πάρουν. Έκανε, όμως, δηλώσεις για την «Ηριάννα»…
Το καλό είναι ότι ακόμη και στα καθεστωτικά ΜΜΕ, παρά την απίστευτη πλύση εγκεφάλου και της προσπάθεια δημιουργίας συμπάθειας προς το πρόσωπό της, οι περισσότεροι σχολιαστές έχουν αντιληφθεί τι πραγματικά συμβαίνει και με πολύ έξυπνο τρόπο «κράζουν» την παραπληροφόρηση που εσκεμμένα τους δίδεται.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΣΤΟΡΑΣ